Skip to main content

Τάσος Δήμου: Ένας σπουδαίος αγωνιστής της δημοκρατίας

Του Κώστα Παπαϊωάννου*

Ο αξέχαστος Τάσος Δήμου γεννήθηκε το 1924 στο Επταχώριο Καστοριάς, πρωτοδούλεψε ως δημοσιογράφος σε αντιστασιακά φύλλα της Κατοχής, το 1946 στον Ριζοσπάστη και από το 1952 στην Αυγή, στο εργατικό ρεπορτάζ, όπου έγινε ο κορυφαίος. Η χούντα τον βρήκε γραμματέα της Ενώσεως Συντακτών Αθηναϊκού Τύπου (ΕΣΑΤ) που είχε ιδρυθεί το 1935 και αριθμούσε 450 μέλη (το σύνολο των συντακτών των περιοδικών και μέρος των συντακτών των εφημερίδων: κάποιους που δεν έγραφε η ΕΣΗΕΑ λόγω «αριστερών  φρονημάτων» και κάποιους που δεν ήθελαν να γραφτούν εκεί). Η χούντα τον βρήκε επίσης και γραμματέα της Ομοσπονδίας Εργαζομένων Τύπου Ελλάδος, (που ήταν προσωπικό δημιούργημά του),  με συμμετοχή δημοσιογράφων (πλην ΕΣΗΕΑ), τυπογράφων και υπαλλήλων· παραλίγο όμως να τον βρει… στη φυλακή!

Ήταν ο κύριος ομιλητής στη συγκέντρωση που οργάνωσε η Ομοσπονδία Τύπου στο Θέατρο Διάνα στις 20 Αυγούστου, μετά την οποία έγιναν εκτεταμένα επεισόδια στην Αθήνα, έδρασαν προβοκάτορες και απειλήθηκε στρατιωτική επέμβαση. Θεωρήθηκε… υποκινητής των επεισοδίων, (ίσως γιατί στην ομιλία του έλεγε ότι «χρέος μας είναι να υπερασπιστούμε τις Θερμοπύλες της Δημοκρατίας, να αποτρέψουμε την επερχόμενη δικτατορία που πρώτος στόχος της θα είναι ο Τύπος») και καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλακή.
Τέσσερα εικοσιτετράωρα πριν από τη χούντα, βγήκε από τις φυλακές της Αίγινας.
Τέσσερα εικοσιτετράωρα μετά τη χούντα, είχε το κουράγιο να πάει στο ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρετανίας και να δώσει συνέντευξη στη γαλλική τηλεόραση — μια συνέντευξη που έκανε πάταγο! Την οργάνωση είχε αναλάβει ο Ελληνογάλλος δημοσιογράφος Γιάννης Σταράκης (που βοήθησε πολύ ΠΑΜ και Δημοκρατική Άμυνα), ενώ τον ίδιο, κατάλληλα ντυμένο, με φουλάρι, μπερέ και ακριβό παλτό, συνόδευε η Ντόρα Λελούδα η οποία μαζί με τον άνδρα της, τον αρχαιολόγο-δημοσιογράφο Γιάννη Λελούδα (καταδικασμένο σε ισόβια μετά) και τον αδελφό της Ιάσονα Παπαηλιόπουλο πρόσφεραν πολλά στον αντιδικτατορικό αγώνα.
Τη νύχτα της 21ης Απριλίου ο Τάσος Δήμου βγήκε στην παρανομία, όταν του τηλεφώνησε ο δημοσιογράφος Γιώργος Παπαχριστοφίλου, λέγοντας ότι έγινε πραξικόπημα. Το πρωί συνέλαβαν τη γυναίκα του Άννα και την έστειλαν στη Γυάρο –αποφυλακίστηκε τον Δεκέμβριο του 1969 από τις φυλακές Αλικαρνασσού. Οι δυο κόρες τους, Εύα (που πήγαινε στη δεύτερη τάξη του Δημοτικού) και Ηρώ (νηπιαγωγείο) έμεναν σε συγγενικά σπίτια κάτω από συνεχείς απειλές, καθώς η αστυνομία πίστευε ότι μέσω των παιδιών μπορούσε να εντοπίσει τον πατέρα τους. Στο διάστημα αυτό, έχασε τη μάνα του και δύο αδέλφια, χωρίς να μπορεί ούτε στη κηδεία τους να παραστεί.
Μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του Πατριωτικού Μετώπου, δημιούργησε το ΠΑΜ Δημοσιογράφων και το εργατικό ΠΑΜ (Αντιδικτατορικό Εργατικό Μέτωπο), θεμελίωσε την συνεργασία ΠΑΜ-Δημοκρατικής Άμυνας (με επαφές με τους Γ. Μυλωνά, Β. Φίλια), είχε βρει επαφή με την ομάδα Παναγούλη και αργότερα με τους Ελεύθερους Έλληνες και ανέλαβε –από τα τέλη του ’67– την έκδοση της Νέας Ελλάδας (δημοσιογραφικού οργάνου του ΠΑΜ), για την οποία αρχικά υπεύθυνος ήταν ο Γιώργος Βότσης μαζί με τον Κώστα Φιλίνη και τον Αριστείδη Μανωλάκο.

           Ο Αντιδικτατορικός Σύνδεσμος Δημοσιογράφων

Από τις πρώτες μέρες της χούντας ο Τάσος Δήμου οργάνωσε έναν Αντιδικτατορικό Σύνδεσμο Δημοσιογράφων, ο οποίος απετέλεσε και τον πυρήνα των δημοσιογράφων που δούλευαν για τη Νέα Ελλάδα και το ΠΑΜ: Σοφία Κανά, Κούλης Λειβαδίτης, Εύα Κυριακού, Φανή Πετραλιά, Δημήτρης Χαλιβελάκης, Νικηφόρος Αντωνόπουλος, Φάνης Καμπάνης, Θανάσης Χατζής, Στρατής Ζαχαριάδης, Λευτέρης Παπαδόπουλος, Παναγιώτης Βενάρδος, Λένα Δουκίδου, Μηνάς Παπάζογλου, Δημήτρης Παπαδομαρκάκης, Κώστας Παπαϊωάννου και άλλοι. Στενός συνεργάτης του ήταν ο Λούης Δάνος, από τους κορυφαίους δημοσιογράφους, και πραγματικά δεξί του χέρι ο Βασίλης Κωνσταντινίδης (διευθυντής σύνταξης και διευθυντής για κάποια χρόνια της Αυγής μεταδικτατορικά), που επίσης δεν πιάστηκε ποτέ.
Στα χρόνια του Εμφύλιου είχε μείνει στο κολαστήρι της Μακρονήσου 900 μέρες!
Τα βασανιστήρια που υπέστη περιέγραψε στο βιβλίο του Φλογισμένα χρόνια (1960). Στα χρόνια της χούντας ήταν παράνομος για 2.340 μέρες. Τη ζωή και τη δράση του την περιέγραψε στο βιβλίο του 2.340 μέρες στην παρανομία (Γλάρος, 1977).
Στην αρχή, όλα στην παρανομία ήταν δύσκολα — έμαθε για καλά την Αθήνα: τις πρώτες 70 ημέρες έμεινε σε 42 σπίτια συνολικά, που έγιναν 76 στο οχτάμηνο, ως το τέλος του ’67! Και όπως έλεγε χαρακτηριστικά, από όλα τα δωμάτια του κάθε σπιτιού γνώριζε καλύτερα τις… ντουλάπες, όπου συχνά έπρεπε να παραμένει κλεισμένος για πολλές ώρες! Τελικά, βρήκε το «ιδανικό κρησφύγετο»: έγινε μέλος μιας οικογένειας (πατέρας, μητέρα, δύο κόρες· εκείνος ήταν ο αγαπημένος τους θείος…), νοίκιασαν μαζί σπίτι και έμεινε εκεί πάνω από δύο χρόνια!
Έλεγε ότι «ο παράνομος δεν πρέπει μόνο να είναι άφοβος και τολμηρός, έξυπνος και διορατικός αλλά και ευκίνητος, γοργοπόδαρος, αισιόδοξος, ευγενικός, ακέραιος, υπομονητικός και ευχάριστος». Είχε μάθει να «μυρίζεται τον κίνδυνο», ενώ η ψυχραιμία του ήταν άλλο πράγμα! Κάποια φορά κρυβόταν σε μια βιοτεχνία υποκαμίσων, αλλά όλη την ημέρα που υπήρχε δουλειά, έμενε σε μια αποθήκη μικρότερη κι από κελί, αμίλητος, κρατώντας και την ανάσα του. Αυτό κράτησε τέσσερις μαρτυρικούς μήνες. Μια νύχτα έπιασε φωτιά σε παρακείμενο κτίριο και οι αστυνομικοί χτύπησαν την πόρτα για να περάσουν από την ταράτσα της βιοτεχνίας οι πυροσβέστες. Ο Τάσος τους άνοιξε, οι πυροσβέστες πέρασαν και έσβησαν τη φωτιά, αλλά έως ότου γίνει αυτό, οι αστυνομικοί έπιασαν κουβέντα μαζί του για αρκετή ώρα, ξεκινώντας από την παραγωγή της βιοτεχνίας και φτάνοντας στη γενικότερη κατάσταση. Λίγο ακόμα να κρατούσε η φωτιά και θα τους είχα μυήσει στο Πατριωτικό Μέτωπο», έλεγε γελώντας.
Γλυκύτατος άνθρωπος, μαχητικός εκεί που έπρεπε και διαλλακτικός συγχρόνως, δάσκαλος της έντιμης δημοσιογραφίας που εκλείπει, έμεινε αξέχαστος σ’ όσους είχαν τη τύχη να τον γνωρίσουν και να συνεργαστούν μαζί του.
Το 1971, η Διεθνής Οργάνωση Δημοσιογράφων του απένειμε το Χρυσό Μετάλλιο Τύπου για τον αγώνα του εναντίον της χούντας. ο 1972 βγήκε στο εξωτερικό, «για τις ανάγκες του ΠΑΜ» από τον Μάιο ως το τέλος της χρονιάς — και το ταξίδι αυτό έκρυβε άλλου είδους περιπέτειες που ξεκίναγαν από τον απαραίτητο εμβολιασμό του. Πήγε, με διαβατήριο Άγγλου, στο Υγειονομικό Κέντρο των Αμπελοκήπων, πέρασε όλη τη διαδικασία κι όταν η γιατρός, μετά τον εμβολιασμό, τον ρώτησε σε ποια χώρα θα ταξιδέψει και της απάντησε αγγλικά ότι δεν καταλαβαίνει ελληνικά, την άκουσε να λέει: «Μπα, ξένος; Και δεν σου φαίνεται!»
Το 1973, τον Αύγουστο, μετά την αμνηστία του Παπαδόπουλου εγκατέλειψε την παρανομία αλλά τα γεγονότα τώρα κάλπαζαν: η χούντα του Ιωαννίδη τον συνέλαβε και τον έστειλε στη Γυάρο μαζί με καμιά πενηνταριά άλλους πολιτικούς κρατούμενους, για να βγει τον Ιούλιο του ’74, με την κατάρρευση της δικτατορίας.
Έφυγε νωρίς από τη ζωή, το 1986, και δεν πρόλαβε ν’ ακούσει κάποιους να προσπαθούν να μας πείσουν πόσο είχαμε… παρεξηγήσει εκείνους τους καλούς ανθρώπους στην Κατοχή (δωσίλογους, ταγματασφαλίτες, κάθε είδους συνεργάτες των Γερμανών) και να απαξιώνουν τον αντιδικτατορικό αγώνα. Μετά τον θαυμασμό του πρώτου καιρού και την αδιαφορία που ακολούθησε, ήρθε η ειρωνική αντιμετώπιση και η συστηματική παραποίηση των γεγονότων: ποιος στρατός, ποια ανάκτορα και ποιοι Αμερικάνοι, εμείς βασικά φταίγαμε για όλα! Έπαψαν να μιλάνε για χούντα ή δικτατορία. Εφεύραν μια ενδιάμεση (όπως η συμφωνία για τα Σκόπια) λύση, με άχρωμο αριθμητικό προσδιορισμό (επταετία!), ενώ κάποια στιγμή θα επανέλθουμε στον όρο «Εθνοσωτήριος Επανάστασις» και –με βάση έναν ανανεωμένο και σύγχρονο Α.Ν. 509– θα διώκονται όσοι «δεν συμμορφώνονται προς τας υποδείξεις», λαμβανομένου υπ’ όψιν και του παρελθόντος τους: Τι έκαναν την περίοδο 1967-74…

 «Η κοινωνική πολιτική της χούντας»

Στις 15 Δεκεμβρίου 1969 ο δικτάτορας Παπαδόπουλος είπε μια κουβέντα που ακούμε από διάφορους να λέγεται έκτοτε, ίδια η ελαφρά αλλαγμένη χωρίς να μνημονεύεται βέβαια η… αρχική πηγή. Είπε: «Οι Έλληνες πρέπει να μάθουν να τρώνε ολιγώτερον, να ζητούν ολιγώτερα και να εργάζονται περισσότερον!».
Τον Φεβρουάριο του 1970 ο Τάσος Δήμου έγραψε μια μπροσούρα με τίτλο «Η κοινωνική πολιτική της χούντας» που κυκλοφόρησε παράνομα από το Αντιδικτατορικό Εργατικό Μέτωπο, εξηγώντας ότι αυτά ακριβώς τα λόγια του δικτάτορα αποτελούν «την πεμπτουσία της “κοινωνικής πολιτική” της χούντας», και επεξηγώντας «πώς σχεδιάζεται και υλοποιείται η πολιτική αυτή». Ένα κείμενο δυστυχώς ως τόσο επίκαιρο σήμερα.
Και μερικά αποσπάσματα από την μπροσούρα, που κυκλοφόρησε - εννοείται παράνομα - από το Αντιδικτατορικό Εργατικό Μέτωπο.
Η συνταγή: «Όπως συνηθίζεται στα φασιστικά καθεστώτα, όλα τα ανοσιουργήματα θα γίνονται πια στο όνομα του “εθνικού συμφέροντος”, του “εκσυγχρονισμού”, της  “εξυγιάνσεως” και της “νέας δημοκρατίας”. Η συνταγή ήταν έτοιμη από την οικονομική ολιγαρχία, και πρόβλεπε: 1) Να μην έχουν δικαίωμα οι εργαζόμενοι να απεργούν. 2) Η λειτουργία των συνδικάτων και οι συνδικαλιστές να εξαρτώνται από την εργοδοσία. 3) Η αμοιβή της εργασίας να είναι χαμηλή για να προσελκύεται το ξένο κεφάλαιο. 4) Οι συνθήκες εργασίας να καθορίζονται από τις επιχειρήσεις και να τεθεί τέρμα σε κάθε δημοσιότητα γύρω από τα εργατικά ατυχήματα. 5) Να μπορούν ελεύθερα οι επιχειρήσεις να απολύουν τους εργάτες και υπαλλήλους χωρίς αποζημιώσεις. 6) Η κοινωνική ασφάλιση να γίνει ατομική υπόθεση των εργαζομένων και να απαλλαγούν βαθμιαία οι επιχειρήσεις από τα ασφαλιστικά βάρη που «επιβαρύνουν» το κόστος παραγωγής. Η συνταγή αυτή έγινε η «κοινωνική πολιτική» της χούντας και ενσωματώθηκε στο περιβόητο 5ετές πρόγραμμα αναπτύξεως, αλλά με εξωραϊσμένη παραπλανητική φρασεολογία, ώστε το μαύρο να εμφανίζεται άσπρο».
Απεργία-Συνδικαλισμός: «Όταν καταργούνται οι συνδικαλιστικές ελευθερίες, γυρίζουμε 100 χρόνια πίσω. Όταν καταργείται το δικαίωμα της απεργίας, γυρίζουμε κατευθείαν στην εποχή των δούλων […]. Οι πιστολέρος της χούντας λοιπόν –μάγοι στη λύση των κοινωνικών προβλημάτων– «τακτοποίησαν» και τα δύο στα γρήγορα. Ονόμασαν το συνδικαλισμό “πεζοδρόμιον” και τον κατάργησαν. Χαρακτήρισαν την απεργία “κοινωνική αναταραχή» και την απαγόρευσαν. Έτσι ο συνδικαλισμός στην Ελλάδα από κοινωνικό κίνημα γίνεται μηχανισμός ανδρεικέλων για την αποστολή “συγχαρητηρίων τηλεγραφημάτων” και αφίσσα συμβολίζουσα την “ειρηνικήν συμβίωσιν εργασίας και κεφαλαίου”. Από την άλλη, η «κοινωνική αναταραχή» εξαλείφεται, αφού οι εργαζόμενοι παραδίδονται χειροπόδαρα δεμένοι στους αρπακτικούς γύπες. Όλα αυτά έγιναν σύμφωνα με τη συνταγή, στην πρώτη φάση με τα τανκς και τα γιουρούσια της αστυνομίας και στη δεύτερη φάση με τα νομοθετικά διατάγματα 185-186».
Αμοιβή εργασίας: «Σύμφωνα με το “5ετές πρόγραμμα” η αμοιβή της εργασίας θα αναπροσαρμόζεται ανάλογα με την αύξηση της παραγωγικότητας, δηλαδή ανάλογα με το βαθμό “ξεζουμίσματος” των εργαζομένων. Ταυτόχρονα δεν κρύβονται οι ορέξεις των μεγαλοβιομηχάνων και βιάζονται να δώσουν τη χαριστική βολή. Ο ίδιος ο πρόεδρος των πλεκτοβιομηχάνων κ. Κατράντζος, υπήρξε λαλίστατος. Με άρθρο του στον Οικονομικό Ταχυδρόμο στις 22.1.70 εισηγήθηκε να καθιερωθεί σαν τρόπος αμοιβής το ωρομίσθιο και ούτε λίγο, ούτε πολύ ζήτησε να «ενσωματωθούν» στο ωρομίσθιο το επίδομα αδείας, τα δώρα των Χριστουγέννων και Πάσχα, οι αποζημιώσεις που προβλέπει σε περίπτωση απολύσεων ο Ν. 2112, οι εισφορές προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς κλπ. κλπ. Δηλαδή με την αθώα ορολογία του ωρομισθίου, ζητείται να σαρωθούν τα πάντα, επιδόματα, αποζημιώσεις, κοινωνική ασφάλιση!».
Συνθήκες εργασίας: Πέρα από την αύξηση των εργατικών ατυχημάτων (που απαγορεύει η λογοκρισία να δημοσιευθούν στις εφημερίδες) και των θαλάσσιων τραγωδιών, «επιχείρησαν να καταργήσουν και αυτό το 8ώρο με τη μέθοδο του 16ώρου. Θέλησαν ακόμα να καταργήσουν και το 7ωρο των οικοδόμων, αλλά τους κόπηκε ο βήχας μπροστά στην εξέγερση του κλάδου. Γενικά, ενώ στις άλλες χώρες η τάση είναι να μειωθούν οι ώρες εργασίας, εδώ επικρατεί το αντίθετο».
Κοινωνική ασφάλιση: «Η χούντα επιχείρησε να προκαλέσει τον περίφημο σεισμό, μα έσπασε τα μούτρα της. Τα σχέδια όμως παραμένουν και όπως έχουν διατυπωθεί στο “5ετές πρόγραμμα” και στο νέο “Ασφαλιστικό Κώδικα» προβλέπουν: συγχώνευση ασφαλιστικών Ταμείων, αύξηση εισφορών των εργαζομένων, προοδευτική κατάργηση της επικουρικής ασφαλίσεως, κατάργηση των λεγομένων κοινωνικών πόρων, ενοποίηση εισπράξεως των ασφαλιστικών εισφορών κλπ. Όλα αυτά σημαίνουν ότι τα ταμεία που έχουν αυτάρκεια και παρέχουν ικανοποιητικές συντάξεις και περίθαλψη, θα ενοποιηθούν με άλλα ασθενέστερα — δηλαδή από τον παπουτσωμένο θα αφαιρεθεί το ένα παπούτσι για να δοθεί στον ξυπόλητο και να γίνουν έτσι όλοι μισοξυπόλητοι! Επίσης σημαίνουν άρπαγμα των αποθεματικών, γενική πτώση του επιπέδου παροχών, μείωση της κοινωνικής προστασίας και προοδευτική μετατροπή του θεσμού των κοινωνικών ασφαλίσεων σε ιδιωτική υπόθεση των εργαζομένων (αυτασφάλιση), δηλ. ουσιαστική κατάργηση της κοινωνικής ασφαλίσεως».|
Επίλογος: «Η χούντα πιέζεται από τ’ αφεντικά της, τα ξένα και ντόπια μονοπώλια, να προχωρήσει στο σάρωμα των εργατικών καταχτήσεων. Αλλά μια λαϊκή παροιμία λέει: “Όποιος τρώει ξένο δίκιο, τρώει τα ποδάρια του”. Η εργατική τάξη θα υπερασπίσει το μόχθο της, τη ζωή της. Δε θ’ αφήσει να περάσουν τα σχέδια».

* Κώστας Παπαϊωάννου (1938 – 2022), δημοσιογράφος και δημιουργός της εφημερίδας «Το Ποντίκι» από το 1979 μέχρι το 2005. Το άρθρο, είναι η ομιλία του στην ημερίδα του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΜ-Θ στη Θεσσαλονίκη (27.2.2010), με θέμα  «Δικτατορία 1967 – 1974. Η έντυπη αντίσταση».