Η τελευταία κλήρωση του Λαχείου Συντακτών
Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1963, μού ανατέθηκε το ρεπορτάζ της κλήρωσης του Λαχείου Συντακτών που γινόταν στην αίθουσα του Παρνασσού· εκεί συνάντησα για πρώτη φορά τον Πρόεδρο της ΕΣΗΕΑ Αλέξανδρο Θεοδοσόπουλο και τον Γενικό Γραμματέα Λεωνίδα Πετρομανιάτη, έγραφα στην ανάρτηση https://www.syntaktisylis.gr/index.php/selides/sto-katophli-tes-eleutherias. Ήρθε η ώρα να γράψω και την τελευταία κλήρωση του Λαχείου, που κάλυψα στις 31 Δεκεμβρίου 1966. Τελευταία όχι μόνο για ‘μένα, αλλά και για το Λαχείο Συντακτών, αφού λίγους μήνες μετά ενέσκηψε η Χούντα η οποία το κατάργησε.
Το ρεπορτάζ, με τους κληρωθέντες λαχνούς δημοσιεύτηκε την Πρωτοχρονιά του 1967, ως δεύτερο θέμα, στην τελευταία σελίδα της “Ελευθερίας”:
Στα φωτογραφισμένα αποσπάσματα, το ρεπορτάζ από την έναρξη της πανηγυρικής διαδικασίας, που έμελλε να είναι η τελευταία:
Τέτοιες γιορτινές μέρες, τελευταία φορά πριν από 67 χρόνια, στους κεντρικούς δρόμους και τις πλατείες της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, του Πειραιά και των μεγάλων επαρχιακών πόλεων, οι λαχειοπώλες διαλαλούσαν το λαχείο που θα κληρωνόταν την παραμονή της Πρωτοχρονιάς και θα μοίραζε διαμερίσματα πολυκατοικιών, καταστήματα, αυτοκίνητα, αλλά και πολλά χρήματα· ενίοτε και ολόκληρες πολυκατοικίες. Ακόμη και μικρές πόλεις και χωριά ζούσαν στον παλμό του Λαχείου των Συντακτών. Τις τελευταίες μέρες του χρόνου, τα συναισθήματα που κυριαρχούσαν σε πολλές, κυρίως φτωχές οικογένειες, έδειχναν ελπίδα και αισιοδοξία. Ακολουθούσε η κλήρωση και αναπόφευκτα η απογοήτευση της συντριπτικής πλειονότητας των κατόχων του… μαγικού λαχείου.
Όλα αυτά επί περίπου τέσσερις δεκαετίες. Από το 1927, που αποφασίστηκε η καθιέρωση του θεσμού του λαχείου, έως το 1967, που αποφασίστηκε από τη δικτατορία των συνταγματαρχών η κατάργησή του. Πάντως, η κυκλοφορία του Λαχείου των Συντακτών δεν είχε σταματήσει ούτε στην Κατοχή ούτε στον Εμφύλιο, με τα «έπαθλα» βέβαια πολύ φτωχότερα. Ακόμη και μέσα το Λαχείο Συντακτών έδινε ελπίδες στους φτωχούς.
Χαρακτηριστικά, όπως αναφέρεται σε ρεπορτάζ του Στέφανου Λεμονίδη την Πέμπτη, 10/03/2022 στο www.fosonline.gr – από όπου έχουν αντληθεί στοιχεία και εικόνες – τον Σεπτέμβριο του 1946, αρχή του Εμφυλίου, δημοσιευόταν εικονογραφημένη διαφήμιση στον “Ριζοσπάστη”.
Διαβάστε την: «Πρώτος λαχνός η τριώροφος οικοδομή επί της οδού Κύπρου 27, παρά την πλατείαν Αμερικής. Τίμημα, δραχμές 120.000.000. Δεύτερος λαχνός, το γωνιαίον ισόγειον διαμέρισμα της πολυκατοικίας Σκουφά και Ομήρου. Δωμάτια κύρια τέσσερα. Τίμημα δραχμές 58.500.000».
Το πρωτοχρονιάτικο λαχείο με την τωρινή του ονομασία κυκλοφορεί από το 1967. Παλαιότερα κυκλοφορούσε και κληρωνόταν αντί αυτού το «Λαχείο Συντακτών», από το 1928 ως το 1967, το οποίο καταργήθηκε επί χούντας. Κάθε παραμονή Πρωτοχρονιάς ολόκληρη η Ελλάδα ζούσε στον παλμό του Λαχείου Συντακτών, το οποίο μοίραζε διαμερίσματα, μαγαζιά, αυτοκίνητα, χρήματα, μέχρι και ολόκληρες πολυκατοικίες.
Aπό τα σύμβολα μιας εποχής
Το Λαχείο Συντακτών, που έχει «αντικατασταθεί» από το Πρωτοχρονιάτικο Λαχείο, υπήρξε αναμφίβολα ένα από τα σύμβολα μιας εποχής. Και αυτό πάντως ήταν απόγονος άλλων λαχείων που είχαν προηγηθεί, με την ιστορική τους ρίζα να φτάνει έως τα πρώτα χρόνια μετά από την Επανάσταση του 1821.
Συγκεκριμένα, το πρώτο ελληνικό λαχείο εκδόθηκε από την Αρχαιολογική Εταιρεία το 1849 και αποσκοπούσε στην συγκέντρωση χρημάτων για την προστασία και συντήρηση των αρχαιοτήτων ύστερα από τις λεηλασίες του Λόρδου Έλγιν, τις καταστροφές κ.λπ. Το έπαθλο για τον μεγάλο τυχερό της κλήρωσης ήταν μία κατοικία στην Αθήνα.
Τη σκυτάλη παρέλαβε ο βασιλιάς Γεώργιος ο Α', ο οποίος το 1874 καθιέρωσε το πρώτο εθνικό λαχείο και πάλι προς ενίσχυση των αρχαιολογικών εργασιών. Ακολούθησε το «Λαχείον Υπέρ του Εθνικού Στόλου» το 1904, το οποίο και αναβαπτίστηκε έναν χρόνο αργότερα σε «Λαχείον Υπέρ του Εθνικού Στόλου και των Αρχαιοτήτων της Ελλάδος». Σύμφωνα με το αρχείο του Υπουργείου Οικονομικών, το 1929 ιδρύεται με Διάταγμα υπηρεσία με την αρχική επωνυμία «Υπηρεσία του Λαχείου». Εποπτεύεται από τα Υπουργεία Οικονομικών και Ναυτικών και επανακυκλοφορεί το «Λαχείον του Στόλου και των Αρχαιοτήτων της Ελλάδος» σε δύο μορφές, το «Λαϊκόν Λαχείον» και το «Μέγα Λαχείον».
Το 1932 η Υπηρεσία μετονομάζεται σε «Λαχείον του Στόλου», το 1933 καταργείται το «Μέγα Λαχείον» και η Υπηρεσία αλλάζει ονομασία για άλλη μία φορά: Πλέον αναφέρεται ως «Λαχείον του Στόλου και της Κρατικής Προνοίας». Τον Ιανουάριο του 1936 τιτλοφορείται «Διεύθυνση του Λαχείου του Στόλου» και το Δεκέμβριο του ίδιου έτους «Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων».
Ως αρμόδια, η Υπηρεσία αναλαμβάνει την εποπτεία του «Λαχείου Συντακτών», του οποίου τα έπαθλα, ήταν αξιοπρόσεκτα και σεβαστής αξίας: Μια ολοκαίνουργια μονοκατοικία στην Αθήνα, ένα οικόπεδο στην τότε ακόμη εξοχική Ηλιούπολη, μαζί με αεροπορικά εισιτήρια εσωτερικού, αντικείμενα οικοσκευής, σιγαρέτα, ποτά κ.λπ.
Τα έσοδα από τις πωλήσεις των λαχείων ήταν εξίσου θεαματικά με τα δώρα προς τους τυχερούς, καθώς το 1932 ανήλθαν σε 2,5 εκατ. δραχμές. Το μεγαλύτερο μέρος τους διοχετευόταν στο ταμείο των δημοσιογράφων, οι οποίοι έως τότε ήταν κάτι σαν πολίτες β' κατηγορίας.
Διαβάζοντας μια έκθεση της ΕΣΗΕΑ του 1960 μπορεί κανείς να μυηθεί στο παρασκήνιο πίσω από το Λαχείο των Συντακτών: «Η σημερινή θέσις και τα προβλήματα των συντακτών - Ανάλυσις του Λαχείου. Οι συντάκται των εφημερίδων απετέλουν την πλέον ηδικημένην τάξιν των εργαζομένων. Ηγωνίζοντο και επάλαιον [σσ: πάλευαν] εις αγώνας εθνικούς, πολιτικούς και κοινωνικούς εν μέσω δεινών οικονομικών δυσχερειών και υπό συνθήκας τελείως ανθυγιεινάς (τυπογραφεία και πιεστήρια με τας δηλητηριώδεις αναθυμιάσεις του αντιμωνίου, νυκτερινή εργασία μέχρι πρωίας). Εστερούντο πάσης ασφαλίσεως ή περιθάλψεως. Όταν ασθενούσαν ή εγήρασκον, έμεναν έρμαια της μοίρας των. Όταν απέθνησκον η κηδεία των εγίνετο συνήθως δι' εράνων, αι δε οικογένειαί των έμεναν απροστάτευτοι.
» Όλοι κατά σειράν οι πολιτικοί της Ελλάδος, όσοι ενηλλάσσοντο εις την εξουσίαν προ 35ετιας και πλέον (Ε. Βενιζέλος, Δ. Γούναρης, Α. Ζαΐμης, Α. Μιχαλακόπουλος, Α. Παπαναστασίου, Γ. Καφαντάρης, Π. Τσαλδάρης) ανωμολόγουν, ότι η κατάστασις αυτή ήτο απαράδεκτος αλλά συνίστων εις τους συντάκτας να εξεύρουν οι ίδιοι τρόπον θεραπείας του κακού, χωρίς να επιβαρύνουν το Δημόσιον ή την Κοινωνίαν.
» Οι συντάκται λοιπόν ανεζήτησαν λύσιν έξω του Προϋπολογισμού και χωρίς καμμίαν αναγκαστικήν επιβάρυνσιν του Κοινού δι' οιασδήποτε εισφοράς ή φόρου υπέρ τρίτων. Και ευρήκαν το Λαχείον. Το εθεμελίωσαν και το ωργάνωσαν. Και μόλις το Λαχείον απεδείχθη βιώσιμον, εζήτησαν να το υιοθετήση η Πολιτεία. Όποιος θέλει αγοράζει το Λαχείον.
» Χιλιάδες ατόμων από τους πτωχούς βιοπαλαιστάς λαχειοπώλας, έως τας επιχειρήσεις εκδόσεως και πρακτορεύσεώς του Λαχείου, τους φορείς της διαφημίσεως (εφημερίδας, εκφωνητάς, καλλιτέχνας, λιθογράφους, κινηματογραφιστάς κ.λπ) τους ιδιοκτήτας σπιτιών και τους αποζώντας εκ των οικοδομών, εισπράττουν το μέγιστον μέρος των ακαθαρίστων αποδόσεων του Λαχείου.
» Χάρις εις το Λαχείον Συντακτών η κτηματαγορά ζωογονείται αισθητώς και η οικοδομική δραστηριότης τονώνεται. Περίπου 17 χιλιάδες άτομα κερδίζουν κατ' έτος σπίτια και χρήματα, άστεγοι στεγάζονται, άποροι οικογένειαι εξασφαλίζουν βιοπορισμόν, άπροικοι κόραι προικίζονται».
Το Λαχείο Συντακτών καθιερώθηκε για την ενίσχυση του ταμείου των συντακτών, όταν στις του 20ου αιώνα το επάγγελμα του δημοσιογράφου, μισθολογικά, συνταξιοδοτικά και θεσμικά, ήταν προβληματικό, δεν είχε ασφάλιση και δεν ήταν σταθερό. Η Διοίκηση της ΕΣΗΕΑ. για να στηρίξει τα μέλη της διοργάνωνε μεγάλους ετήσιους χορούς. Η ιδέα του λαχείου εφαρμόστηκε για πρώτη φορά την πρωτοχρονιά του 1927. Η κλήρωση γινόταν στον ετήσιο χορό της Ένωσης Συντακτών.
Ακόμα δεν υπήρχαν οργανωμένα κρατικά λαχεία και μπορούσε να εκδώσει λαχείο όποιος ήθελε. Τα πράγματα άλλαξαν όταν ο Ιωάννης Μεταξάς ίδρυσε τη Διεύθυνση Κρατικών Λαχείων και απαγόρευσε κάθε άλλη έκδοση, με μία μοναδική εξαίρεση: Το Λαχείο της Ενώσεως Συντακτών, καθώς ο δικτάτορας ήθελε τον Τύπο με το μέρος του.
Η «εποχή της πολυκατοικίας»
Τη δεκαετία του ’50 και του ’60 είχε αρχίσει η «εποχή της πολυκατοικίας», καθώς λόγω της αστυφιλίας οι επαρχιώτες μετανάστευαν στην Αθήνα, με αποτέλεσμα την χωρίς φραγμούς και σχέδιο ανοικοδόμηση.
Τα διαμερίσματα που θα μοιράζονταν στους τυχερούς νικητές έφεραν ένα μεγάλο πανό που έγραφε “Σπίτι Λαχείου Συντακτών”. Οι πρώτοι κέρδιζαν ολόκληρες νεόδμητες πολυκατοικίες, οι υπόλοιποι μεμονωμένα διαμερίσματα και αυτοκίνητα, αλλά και έπαθλα δεκάδων εκατομμυρίων δραχμών σε μετρητά. Όλα τα κέρδη μάλιστα από τα λαχεία ήταν απαλλαγμένα από φόρους, ενώ για τα σπίτια και τα αυτοκίνητα, ήταν πληρωμένη η ασφάλεια, τα δημοτικά τέλη και τα συμβολαιογραφικά έξοδα. Στην εικόνα αριστερά, διαφήμιση του Λαχείου στο “Φως των Σπορ” της 17ης Δεκεμβρίου 1962.
Τα δώρα που μοίραζε το Λαχείο των Συντακτών προκαλούν ισχυρή εντύπωση -ακόμη και με τα σημερινά δεδομένα. Εξάλλου, η κλήρωση αντιμετωπιζόταν σαν ένα μείζον γεγονός για την ελληνική κοινωνία και, ιδιαίτερα «τα σπίτια προς διάθεσιν στους τυχηρούς» όπως αναγράφονταν στον τύπο της εποχής, προβάλλονταν με διθυραμβικά σχόλια στις αντίστοιχες καταχωρίσεις.
Καθώς περνούσαν τα χρόνια, το Λαχείο των Συντακτών γινόταν όλο και πιο γενναιόδωρο. Το 1965 είχε φτάσει να χαρίζει δύο ολόκληρες πολυκατοικίες, διαμερίσματα, αυτοκίνητα, μετρητά, μετοχές σε μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις κ.α. Την περίοδο 1950-60 οι κληρώσεις διοργανώνονταν πια σαν λαμπρές κοσμικές εκδηλώσεις, συνήθως στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός».
Oι τυχεροί γίνονταν από τη μία στιγμή στην άλλην πλούσιοι αλλά και διάσημοι, αφού η ιστορία τους προβαλλόταν έντονα από τον Τύπο. Το Λαχείο των Συντακτών θεωρούνταν -και όχι άδικα- κάτι μαγικό. Μπορούσε να αλλάξει τη ζωή οποιουδήποτε, πραγματοποιώντας ακόμη και τα πιο τρελά όνειρα που θα μπορούσε να έχει ένας φτωχός εργάτης, ένας Έλληνας προλετάριος ή μικροαστός, για υλικά αποκτήματα.
Μετά την επιβολή του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, το πρωτοχρονιάτικο λαχείο πέρασε στα χέρια του κράτους, μετονομάστηκε σε “Κρατικό Λαχείο Κοινωνικής Αντίληψης” και τα έσοδά του δεν πήγαιναν πια στο ταμείο της ΕΣΗΕΑ, αλλά στον κρατικό προϋπολογισμό.
Ο Παπαδόπουλος ως αντιστάθμισμα καθιέρωσε το αγγελιόσημο, τον φόρο σε διαφημίσεις και αγγελίες που εμφανίζονταν στον Τύπο, από το 15% στο 20%. Τα έσοδα αυτά θα έμπαιναν στα ταμεία του νεοσυσταθέντος Ενιαίου Δημοσιογραφικού Οργανισμού Επικουρικής Ασφαλίσεως και Περιθάλψεως, του ΕΔΟΕΑΠ. Το “Λαχείο Συντακτών” καθιερώθηκε επί χούντας Μεταξά και καταργήθηκε επί χούντας Παπαδόπουλου.
Το ρεπορτάζ για την – τελευταία, όπως αποδείχτηκε - κλήρωση του Λαχείου Συντακτών, δεν ήταν το μοναδικό πόνημά μου που δημοσιεύτηκε στην πρωτοχρονιάτικη Ελευθερία του 1967. Γι΄ αυτό όμως, σε επόμενη ανάρτηση.
- Δημοσιεύθηκε