Οι δημοσιογράφοι δεν αποστρατεύονται
«Οι δημοσιογράφοι δεν… αποστρατεύονται. ούτε… παροπλίζονται. Παραμένουν δημοσιογράφοι ισοβίως. Ισόβια δεσμά στην υπηρεσία ενός δύσκολου, κοπιαστικού, ανθρωποβόρου θα έλεγα, λειτουργήματος. Ναι λειτουργήματος Η “απελευθέρωση” τους έρχεται μαζί με την τελευταία τους ανάσα, όταν αρχίζουν το, χωρίς επιστροφή, μεγάλο ταξίδι».
Αυτά έγραφε το Μάρτιο του 1988, όταν συνταξιοδοτήθηκε, ο Γιώργος Ν. Τσιούνης, ένας από τους – μετρημένους στα δάχτυλα – πραγματικούς μου φίλους στο επάγγελμα, που σήμερα συμπληρώνονται 11 χρόνια από τις 8 Δεκεμβρίου 2013, από το «χωρίς επιστροφή, μεγάλο ταξίδι», ύστερα από ολιγόμηνη .μάχη με τον καρκίνο.
Ταλαντεύθηκα αν τα κείμενά του που ακολουθούν έπρεπε να αναρτηθούν στις ΣΕΛΙΔΕΣ ή στις ΑΠΟΨΕΙΣ. Ωστόσο, τιμώντας τη μνήμη του, προτίμησα την πρώτη λύση.
Ο Γιώργος, τακτικό μέλος της Ε.Σ.Η.Ε.Α. και της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων -όπως υπέγραφε πάντοτε, είχε γεννηθεί το 1933 στην Καλλιθέα, σπούδασε στην Πάντειο πολιτικές επιστήμες και στο αποχαιρετιστήριο μήνυμά του το 1988, με τη συνταξιοδότησή του, έγραψε:
«Το μεγάλο δημοσιογραφικό ταξίδι αρχίζει με όχημα τον «ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ», το καλοκαίρι του 1950. Παιδί για όλες τις δουλειές, τις δημοσιογραφικές εννοείται, αλλά και για μερικά μικροθεληματάκια, σα νεαρούλης. «Κύριε συναδελφάκο» με προσαγόρευε, ο μακαρίτης Γιώργος Αποστολόπουλος, βοηθός, τότε, του μεγάλου Γιώργου Καράντζα, στην αρχισυνταξία της εφημερίδας και αργότερα αρχισυντάκτης στο «ΒΗΜΑ».
Οι πρώτοι μου δάσκαλοι Νίκος Ευαγγελόπουλος (διευθυντής), Γιώργος Καράντζας, Γιάννης Μαρής (Τσιριμώκος), Γιώργος Αποστολόπουλος, Νίκος Τσιφόρος, Γιώργος Δρόσος, Μέμος Φαράκος (νεαρός τότε, αλλά φθασμένος δημοσιογράφος) Λούης Δάνος και βέβαια ο κολοσσός ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ, με οδήγησαν στους σωστούς δρόμους. Τους ευγνωμονώ.
Μετά τον Πλαστηρικό «ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ» στεγάστηκα δημοσιογραφικά στον «ΕΛΕΥΘΕΡΟ» (και στις δύο φάσεις της ημερήσιας έκδοσής του), του άλλου μεγάλου δασκάλου μου, του αξέχαστου Δημήτρη Πουρνάρα. Αργότερα, καθιερωμένος πλέον συντάκτης, πρόσφερα τις υπηρεσίες μου και στην εβδομαδιαία έκδοσή του που η κυκλοφορία της ήταν ιλιγγιώδης.
Ο «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ» υπήρξε μια έπαλξη λαϊκών δημοκρατικών αγώνων, ταγμένος στην Κεντροαριστερά.
Η περιπετειώδης επαγγελματική μου πορεία συνεχίστηκε σε πολλές άλλες, μεγάλες και μικρές εφημερίδες, αθηναϊκές, επαρχιακές, κυπριακές και σε αρκετά περιοδικά και άλλα έντυπα. Μερικές στάσεις της περιπλάνησης μου, αν θυμάμαι καλά : «ΑΝΕΝΔΟΤΟΣ» «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ», «ΣΗΜΕΡΙΝΗ» Κύπρου, «ΤΡΙΚΑΛΙΝΑ ΝΕΑ», «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» ΚΑΙ «ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΕΙΔΗΣΕΩΝ» Κερκύρας, «ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ» και «ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΕΙΑ» Αθήνας.
Παράλληλα για μια περίπου εικοσαετία μέχρι την συνταξιοδότησή μου την 1η Μαρτίου 1988, διετέλεσα συντάκτης, προϊστάμενος και υπεύθυνος ύλης, καθώς και αρχισυντάκτης των ραδιοφωνικών δελτίων ειδήσεων της Ε.Ρ.Τ. 2, της παλιάς Υ.ΕΝ.Ε.Δ, η οποία έγινε Ε.Ρ.Τ. από τον αείμνηστο Βαγγέλη Αβέρωφ που με τιμούσε με την φιλία του.
Μετά την μεταπολίτευση νάμαι σε καίρια πόστα στην «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», που δημιούργησε σχολή κι έβγαλε πολλούς άξιους συναδέλφους, οι οποίοι τώρα μεσουρανούν.
Όλοι μαζί, οι μακαρίτες Κίτσος Τεγόπουλος (ιδιοκτήτης), Αλέκος Φιλιππόπουλος (διευθυντής) Λυκούργος Κομίνης, Σταύρος Απέργης, Δημήτρης Μαρούδας και οι καλοί μου φίλοι και συνάδελφοι που δραστηριοποιούνται ακόμη σαν έφηβοι, πάντα γεροί και δυνατοί, Δημήτρης Κουμπιάς, Νίκος Νικολαΐδης, Σπύρος Καρατζαφέρης και ο Σεραφείμ Φυντανίδης που άξια κουμαντάρησε την «Ε» μετά τον Φιλιππόπουλο, όλοι μαζί δουλέψαμε για την εφημερίδα μας, τη δημοσιογραφία και την ελευθεροτυπία.
Η σύνταξη ήρθε, όπως είπα την 1η Μαρτίου του 1988 αλλά η περιπέτεια συνεχίζεται…Ίδρυσα με φίλους το σταθμό «ΡΑΔΙΟ ΝΕΑ ΚΙΟΣ», που πέτυχε, αλλά τελικά «κατέβασε ρολά» παρά την επιτυχία του, για λόγους που, οπωσδήποτε, δεν θα ενδιέφεραν τον αναγνώστη.
Άσκησα μια δημοσιογραφία αθόρυβη, χωρίς φανφάρες και ρεκλάμες. Αν ξαναγινόμουν νέος (τι λέω τώρα…), πάλι δημοσιογράφος θα γινόμουν και πάλι την αθόρυβη και σεμνή δημοσιογραφία θα προτιμούσα».
Εξήντα ένα χρόνια δια πυρός και σιδήρου…
Ενάμιση χρόνο πριν από το θάνατό του, στις 16 Μαρτίου 2012 , στην ενότητα του site του ΕΔΟΕΑΠ Οι παλαίμαχοι του Τύπου γράφουν, δημοσιεύτηκε το τελευταίο κείμενό του· με καίριες συνδικαλιστικές υποδείξεις και προτάσεις, που αποδεικνύουν ότι ο Γιώργος έβλεπε πολύ μπροστά από την εποχή του. Άλλωστε ήταν ιδρυτικό μέλος της Δημοσιογραφικής Ενότητας, της πρώτης μου συνδικαλιστικής παράταξης στην ΕΣΗΕΑ. Έγραφε στο κύκνειο άσμα του:
Εξήντα ένα δημοσιογραφικά χρόνια συμπληρώνω το φετινό καλοκαίρι. Μια μακρά διαδρομή που άρχισε το 1950 από ένα έφηβο, επανεξεταστέο της τελευταίας τάξης του οκταταξίου, τότε, γυμνασίου, και συνεχίζεται ακόμη τώρα από ένα γέρο, παρά 1 (ένα) ογδόντα! Και τι δεν είδα και δεν γνώρισα στην διαδρομή αυτή της ζωής μου.
Είδα, γνώρισα ανέχεια και απενταρία. Ταλαιπωρίες και κακουχίες για τα ρεπορτάζ. Δουλειά από τα ξημερώματα μέχρι τα άλλα ξημερώματα. Πόλεμο από κάποιους, λίγους βέβαια φτασμένους, στους νέους και άλλα πολλά που χρειάζεται μεγάλη αγάπη για την δημοσιογραφία, έρωτας αθεράπευτος για τη δημοσιογραφία, υπομονή και σιδερένια επιμονή για να αντέξει και να συνεχίσει κανείς την προσπάθεια για ανάδειξη και επιτυχία στο επάγγελμα – λειτούργημά μας.
Αγώνας και μόνον αγώνας και πάλι αγώνας, είναι η ζωή του δημοσιογράφου, από τα πρώτα βήματά του, από βοηθός του βοηθού, από «ανθυποδημοσιογράφος» κατά τον μεγάλο δάσκαλο Γιάννη Καψή, μέχρι την τελευταία ώρα, μέχρι την τελευταία στιγμή, όχι της ενεργού σταδιοδρομίας του, αλλά μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο που μπορεί να κρατά την γραφίδα και να γράφει.
Φυσικά αναφέρομαι στους δημοσιογράφους της γενιάς μου και τους παλιότερους τους «εφημεριδάδες» και όχι στους σημερινούς που οι συνθήκες της δουλειάς είναι ασφαλώς καλύτερες και οι αμοιβές επίσης, χωρίς βέβαια να είναι ικανοποιητικές για τους νέους, πολλοί από τους οποίους δεν μπαίνουν από τα αφεντικά στα μισθολόγια των εφημερίδων και των άλλων ΜΜΕ, αλλά εργάζονται με «μπλοκάκια», δηλαδή με απόδειξη, όπως λέγαμε εμείς οι παλιοί.
Αυτό πρέπει να διορθωθεί και να αναγκαστούν οι εργοδότες να ασφαλίσουν κανονικά τους νέους και να τους πληρώνουν, όχι μόνο για να καλύψουν τας ναύλα τους στα μέσα μαζικής μεταφοράς, όπως κάνουν σήμερα για τα «φυντανάκια» του λειτουργήματός μας.
Οπωσδήποτε όμως οι συνθήκες γενικώς της εργασίας με εξαίρεση αυτές της κρίσης που περνά η χώρα και φυσικά έχει σοβαρό αντίκτυπο και στον δικό μας κλάδο, είναι πολύ καλύτερες απ’ αυτές που ζήσαμε εμείς οι παλαιότεροι.
Ακόμη και η εγγραφή μας στην ΕΣΗΕΑ και τις λοιπές αναγνωρισμένες δημοσιογραφικές Ενώσεις ήταν από δύσκολες μέχρι ακατόρθωτες! Χρόνια και χρόνια δουλεύαμε χωρίς ουσιαστική εργασιακή και συνδικαλιστική κάλυψη.
Όνειρο απατηλό η ΕΣΗΕΑ. Μέναμε απ’ έξω, για πολλούς και διάφορους λόγους. Δηλαδή : Δεν έκαναν εγγραφές κανονικά, αλλά όποτε το θεωρούσαν σκόπιμο τα εκάστοτε ΔΣ. Δεν έγραφαν τους νέους που είχαν τα απαραίτητα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα αν την περίοδο των εγγραφών ήταν άνεργοι, πράγμα που ήταν σύνηθες, διότι η ανεργία πάντοτε αποτελούσε ενδημική ασθένεια του επαγγέλματος – λειτουργήματός μας. Ο χρόνος της στρατιωτικής θητείας, ο οποίος ήταν μεγάλος (εγώ υπηρέτησα περίπου 3 χρόνια)} σε αποξένωνε από το επάγγελμα και μετά την απόλυση έπρεπε να κάνουν οι νέοι αγώνα από την αρχή για την εγγραφή τους και άλλα πολλά.
Αυτά όσον αφορά τις εγγραφές στην ΕΣΗΕΑ και πιστεύω και στις άλλες Ενώσεις και την συνδικαλιστική κάλυψη των νέων δημοσιογράφων. Τουλάχιστον τώρα, η ΕΣΗΕΑ γράφει κανονικά και μαζικά τους νέους συναδέλφους που συγκεντρώνουν τα προσόντα που ορίζει το καταστατικό της και θέτει όλους κάτω από την ομπρέλα της κάλυψης και προστασίας της.
Υπάρχουν ωστόσο και άλλα σοβαρά προβλήματα που οι νέοι μας συνάδελφοι αντιμετωπίζουν.
Ένα από αυτά είναι η ασφάλιση των εργαζομένων στο διαδίκτυο (sites, portals, ηλεκτρονικές εφημερίδες, ηλεκτρονικές εκδόσεις μεγάλων εφημερίδων, ειδησεογραφικά blogs και άλλα πολλά), οι οποίοι αμείβονται με πενταροδεκάρες και βρίσκονται, από κάθε πλευρά, στον αέρα!
Στις Ενώσεις Συντακτών δεν είναι δυνατόν να εγγραφούν, διότι στο διαδίκτυο δεν ισχύει το αγγελιόσημο, το οποίο έχει αντικαταστήσει, βάσει νόμου της πολιτείας, την εργοδοτική εισφορά στα μέσα ΜΜΕ (τύπο και ηλεκτρονικά) και είναι αμφίβολο αν οι συντάκτες υπόκεινται σε εργατικές εισφορές και αν αυτές κρατούνται και καταβάλλονται στους δημοσιογραφικούς ασφαλιστικούς οργανισμούς ΤΣΠΕΑΘ, ΕΔΟΕΑΠ κλπ.
Η διαδικτυακή ενημερωτική δημοσιογραφία παίρνει καθημερινά και μεγαλύτερες διαστάσεις. Αυξάνονται και πληθύνονται στο Internet οι χώροι άσκησης της δημοσιογραφίας και βέβαια, αυξάνονται και οι διαφημίσεις χωρίς αγγελιόσημο με παράλληλη μείωση στα κλασσικά ΜΜΕ (τύπο, τηλεόραση, ραδιόφωνο).
Έτσι, έχουμε «εγκλωβισμούς», «ομηρία» στο διαδίκτυο πολλών νέων με όνειρα και φιλοδοξίες για μια δημοσιογραφική σταδιοδρομία, οι οποίοι αμείβονται με απίστευτα χαμηλά μεροκάματα και παραμένουν στο περιθώριο του δημοσιογραφικού λειτουργήματος.
Κινδυνεύουν να μην προχωρήσουν, να μην γίνουν ποτέ δημοσιογράφοι και επίσημα ενώ ο κλάδος, η δημοσιογραφική οικογένεια είναι πάντα ανοιχτή για τους νέους αυτούς.
Ακόμη, η «ατέλεια» του αγγελιοσήμου στις συνεχώς αυξανόμενες διαφημίσεις και καταχωρήσεις του διαδικτύου και η αντίστοιχη μείωση των διαφημίσεων των ΜΜΕ, καταδικάζει σε μαρασμό τα ταμεία του δημοσιογραφικού κλάδου, τα οποία αναμφιβόλως θα αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα.
Το θέμα πρέπει να απασχολήσει ιδιαίτερα την κυβέρνηση, διότι η ομαλή άσκηση του δημοσιογραφικού λειτουργήματος διασφαλίζει την ελευθεροτυπία, την ελεύθερη διακίνηση ιδεών, γνωμών και απόψεων, στοιχείων απαραίτητων για την ύπαρξη της δημοκρατίας ή καλύτερα συντελεστών της πραγματικής και υγιούς δημοκρατίας.
Ο υπουργός αρμόδιος για τα ΜΜΕ κ. Τηλέμαχος Χυτήρης, ο οποίος γνωρίζει πολύ καλά τα προβλήματα του τύπου, των ΜΜΕ και του δημοσιογραφικού κλάδου καθώς και ο υφυπουργός και κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Γιώργος Πεταλωτής, με το νόμο για τα ΜΜΕ που η κυβέρνηση ετοιμάζει θα πρέπει να δώσουν λύση στα εκκρεμούντα θέματα του τύπου, για την πλήρη εξυγίανσή του και να απονείμουν δικαιοσύνη.
Αυτά, από ένα δημοσιογράφο που πέρασε δια πυρός και σιδήρου, από το καλοκαίρι του 1950 μέχρι και τώρα κατά την άσκηση του λειτουργήματός του. Που είδε πολλά, άκουσε πολλά και έμαθε πολλά.
- Δημοσιεύθηκε