Η πρώτη υπογραφή στην «Ελευθερία»
Στον τίτλο της προηγούμενης ανάρτησης – για την υπόθεση Καμουτσή – έβγαλα, όπως σωστά μού επισημάνθηκε, την πικρία μου γιατί δεν μπόρεσα να υπογράψω το σημαντικότερο ίσως ρεπορτάζ μου. ‘Άλλωστε από τη στιγμή που μπήκα στο μισθολόγιο της “Ελευθερίας”, μου είχε γίνει… έμμονη ιδέα να δω την υπογραφή μου στην εφημερίδα. Δεν μου αρκούσαν πια οι υπογραφές στα αθλητικά έντυπα και στην τοπική “Φιλαδέλφεια”.
Ώσπου την Τρίτη 13 Αυγούστου 1963 πέτυχα το σημαντικό, για ‘μένα, στόχο. Να υπογράψω ρεπορτάζ στην “Ελευθερία”.
Το κατόρθωσα… επηρεασμένος από τον ακαδημαϊκό και χρονογράφο της εφημερίδας Σπύρο Μελά όταν ένα βράδυ μού αφηγήθηκε πώς «στα νιάτα του, πριν από καμιά πενηνταριά χρόνια, όταν ζούσε ακόμη στον Πειραιά, εγκαταστάθηκε για 10 μέρες στην Τρούμπα σαν άστεγος αλήτης, σαν clochard», όπως είπε και «έβγαλε ένα καταπληκτικό ρεπορτάζ για την “Ακρόπολη” του Γαβριηλίδη». Τα στοιχεία του ρεπορτάζ αποτέλεσαν και το υλικό για τη συγγραφή του μυθιστορήματός του «Τα μυστήρια του Πειραιώς», που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στην ίδια εφημερίδα.
Λίγες μέρες μετά, έμαθα ότι στην Αθήνα υπήρχε το Άσυλο Αστέγων. Το εντόπισα, έμαθα πώς λειτουργεί και έχοντας αποφασίσει να… μιμηθώ το Μελά το Σαββατόβραδο 10 Αυγούστου 1963 πήγα και κοιμήθηκα στο Άσυλο, πληρώνοντας 3 δραχμές για τη φιλοξενία.
Το ρεπορτάζ ξεκίνησε από τους κοιτώνες , κουβεντιάζοντας με άλλους φιλοξενούμενους και ολοκληρώθηκε το πρωί της Δευτέρας, όταν επισκέφθηκα ως δημοσιογράφος πλέον τα γραφεία του Ιδρύματος.
Την επομένη, στην 5η σελίδα της “Ελευθερίας” – μονόστηλο κορυφή – δημοσιεύθηκε το πόνημά μου, που ακολουθεί – στη γλώσσα και την ορθογραφία της εποχής, με τίτλο
ΤΟ ΑΣΥΛΟΝ ΑΣΤΕΓΩΝ: ΠΕΛΑΤΕΙΑ ΠΑΣΗΣ
ΠΡΟΕΛΕΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΜΗΔΑΜΙΝΑΙ
Δεν είναι ίσως σε πολλούς γνωστή η χρησιμότητα του Λαϊκού υπνωτηρίου γνωστού και υπό την επωνυμίαν «Άσυλον Αστέγων» κοντά εις τον Προφήτην Δανιήλ (επί τις οδού Πέλλης 9).
Η πόρτα του ασύλου ανοίγει στις 10:30μ.μ. Προχθές το βράδυ, ένα τέταρτο πριν, απ’ έξω ήταν συγκεντρωμένοι 40 περίπου άνθρωποι, διαφόρων κατηγοριών, που βιάζονταν να ξεκουράσουν το κορμί τους στα φιλόξενα δωμάτια του Ασύλου. Άνθρωποι με σκαμμένα πρόσωπα, ντυμένοι με κουρέλια που προσπαθούν με κάθε τρόπο να κρατηθούν στη ζωή.
Λίγο πιο πέρα, μια άλλη κατηγορία ανθρώπων, νεότεροι αυτοί, που «ζουν» με δυο-τρία μεροκάματα την εβδομάδα, μικροπωλητές, εργάτες και άλλοι «επαγγελματίες» του ποδαριού. Είναι κι αυτοί άστεγοι. Να μείνουν σε ξενοδοχεία; Χαρακτηριστική είναι η απάντησις ενός οικοδόμου, όταν ρωτήθηκε αν είναι ευχαριστημένος από το Άσυλο: «Γιατί να μην είμαι; Να πάω που; Για να βρεις ξενοδοχείο της προκοπής θέλεις ένα τριαντάρι τη μέρα. Εγώ αυτά τα λεφτά τα βγάζω δεν τα βγάζω δουλεύοντας μια μέρα».
Μια άλλη ομάδα που περιμένει κι αυτή το άνοιγμα της πόρτας, αποτελείται από νέους που κρατούν βιβλία. Είναι φοιτηταί από την επαρχία, που δεν τους φτάνει η ισχνή επιταγή του αγρότη πατέρα. Αγωνίζονται όμως για κάτι καλύτερο.
Τέλος, υπάρχει και ένας τύπος, που επειδή είναι καλοντυμένος, αποτελεί αντίθεση μεταξύ των άλλων. Η εξήγηση του είναι απλή: «Είμαι επαρχιώτης. Ήρθα για δουλειές στην πρωτεύουσα. Έκανα την γκάφα να παρασυρθώ σ’ ένα καμπαρέ. Εκεί την «πάτησα». Μου έμειναν πενταροδεκάρες. Τώρα, μέχρι να φύγω για τον τόπο μου, μένω εδώ».
Ώρα 10:30. Ο φύλακας του Ασύλου ανοίγει την πόρτα. Ένας - ένας οι τρόφιμοι πλησιάζουν το γραφείο του και πληρώνουν το δικαίωμα εισόδου, τρεις δραχμές. Έπειτα κατευθύνονται στους κοιτώνες, όπου ο καθένας έχει το κρεβάτι του. Πολλοί δεν έχουν τις τρεις δραχμές. Αλλά ο φύλακας, ο κ. Σιμιγραλής τους πιστώνει.
Το «Άσυλον Αστέγων», που πρόεδρός του είναι η κα Πόπη Κριμπά, λειτουργεί από το 1896. Αρχικά, με το όνομα «Φιλανθρωπικός Σύλλογος Κυριών η Περίθαλψης» κι αργότερα από το 1904 από την προστασία της πριγκιπίσσης Μαρίας της Ελλάδος. Από τότε έλαβε και την σημερινή του ονομασία.
Στο Άσυλο, που έχει δικό του κτίριο, υπάρχουν 74 κρεβάτια, συγκρότημα λουτρών και τον χειμώνα – από την 1η Οκτωβρίου μέχρι την 30ή Απριλίου – δίδεται στους τροφίμους κι ένα φλυτζάνι γάλα. Το γάλα το προσφέρει ο Ερυθρός Σταυρός και τη ζάχαρη το Ίδρυμα. Το καλοκαίρι ο ύπνος διαρκεί από τις 11 μ.μ. μέχρι τις 6 π.μ. Το χειμώνα από τις 9 μ.μ. μέχρι τις 7 π.μ.
Σύμφωνα με το καταστατικό του Ιδρύματος, οι άστεγοι δεν μπορούν να παραμείνουν στο Άσυλο, περισσότερο από 10 μέρες, εκτός ειδικών περιπτώσεων. Τελευταία όμως, επειδή η κίνησίς τους έχει μειωθεί, δεν τηρούν το περιορισμό αυτό. Επίσης, για να μείνει κανείς στο Άσυλο πρέπει να έχει βεβαίωσι της αστυνομίας ότι δεν είναι κακοποιός. Πάντως δεν χρειάζεται πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων. Ευτυχώς!
Πόροι του Ασύλου είναι οι τρεις δραχμές που καταβάλλουν, ως δικαίωμα εισόδου, οι άστεγοι, οι συνδρομές των μελών του και οι διάφορες δωρεές ή και κληροδοτήματα προς το Ίδρυμα. Αξίζει να σημειωθεί ότι – αντίθετα με άλλα Ιδρύματα – ποτέ σχεδόν δεν έχει χρηματοδοτηθεί από το επίσημο κράτος. Στα τελευταία 27 χρόνια έλαβε τρεις φορές μόνο ενίσχυση από το Υπουργείο Πρόνοιας. Επίσης, τελευταίως πήρε μια ενίσχυση από τα Κρατικά Λαχεία. Πριν από τον πόλεμο, το Ίδρυμα είχε σημαντικές καταθέσεις στην Τράπεζα, όπως και διάφορα χρεόγραφα, εξηνεμίσθησαν όμως όλα στην κατοχή. Τώρα έχει μόνο λιγοστές καταθέσεις.
Τέλος το Άσυλο έχει ένα ακόμη προστάτη, τον ναύαρχο κ. Περικλή Ιωαννίδη, σύζυγο της πριγκιπίσσης Μαρίας, που ήταν κι αυτή προστάτις του Ασύλου. Χάρις στον κ. Ιωαννίδη, το Άσυλο Αστέγων βοηθείται κάπου – κάπου από τους Βασιλείς.
Δ. ΚΟΥΜΠΙΑΣ
- Δημοσιεύθηκε